ομιλία μδ’.
(Λουκ. η’, 4-15)
Α.
Αυτό που έλεγα προηγουμένως ότι, όταν λείπη η αρετή είναι όλα περιττά,
αποδεικνύεται τώρα πλουσιώτατα. Εγώ έλεγα ότι και η ηλικία και η
ιδιοσυγκρασία, και η κατοικία στην έρημο και τα παρόμοια δεν ωφελούν,
όταν λείπη η αγαθή προαίρεση. Αυτό γίνεται ολοφάνερο από δω.
Ενώ μιλούσε στον κόσμο, του είπε κάποιος ότι η μητέρα σου και τ’ αδέλφια
σου σ’ αναζητούν. Κι αυτός είπε· Ποια είναι η μητέρα μου και ποια τ’
αδέλφια μου; Αυτά τα έλεγε όχι επειδή ντρεπόταν τη μητέρα, ούτε γιατί
αρνιόταν εκείνην, που τον είχε γεννήσει -αν ντρεπόταν δε θα γεννιόταν
απ’ αυτήν. Ήθελε να φανερώση, ότι σε τίποτα δεν την ωφελούσε αυτό, αν
δεν κάνη όλα όσα πρέπει. Κι αυτό που έκαμε ήταν περιττή φιλοδοξία· ήθελε
να δείξη στον κόσμο ότι έχει στο χέρι το παιδί και το διατάζει· δεν
υποψιαζόταν ακόμα τίποτα γι’ αυτόν σπουδαίο· για τούτο και ήρθε κοντά
του άκαιρα.
Προσέξετε λοιπόν κι εκείνης την απερισκεψία κι αυτών. Έπρεπε να μπουν
μαζί με τον κόσμο και ν’ ακούσουν κι αν δεν τους άρεσε αυτό, να
περιμένουν να τελειώση το λόγο του και τότε να πλησιάσουν. Αυτοί όμως
τον καλούν έξω και μάλιστα μπροστά σ’ όλους, δείχνοντας περιττή
φιλοδοξία και θέλοντας ν’ αποδείξουν ότι του επιβάλλονται με πολλήν
εξουσία. Αυτό το δείχνει κι ο Ευαγγελιστής κατηγορώντας τους. Αυτό
ακριβώς υπονοεί όταν λέη· Ενώ μιλούσε αυτός ακόμα στον κόσμο. Σα να λέη·
Δεν ήταν άλλη ώρα; Δεν μπορούσαν να μιλήσουν ιδιαιτέρως; Μα και για
ποιο λόγο ήθελαν να μιλήσουν;
Αν ήταν για την υπεράσπιση της αλήθειας, έπρεπε να μιλήσουν φανερά και
μπροστά σε όλους, ώστε να ωφεληθούν και οι άλλοι· αν όμως για πράγματα
με ατομικό ενδιαφέρον δεν έπρεπε να βιάζωνται τόσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου